ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ ΓΕΝΙΚΑ
Ο κορμός της Πίνδου, ξεκινώντας από ψηλά, καταλήγει μετά από άπειρες διπλώσεις και κυματισμούς στην κεντρική Στερεά Ελλάδα, στην καρδιά της πατρίδας μας, την Ευρυτανία. Βουνά περήφανα την περιζώνουν, ποτάμια ολογάλαζα την αυλακώνουν και τη στολίζουν στο διάβα τους. Το κύριο συγκρότημα της Πίνδου, βορεινά, δίνει το χέρι στα Τζουμέρκα. Τα Τζουμέρκα κρατούν στο χορό το Μακρυνόρος, τ' Άγραφα και το Βελούχι. Πιο κάτω άλλα ελατοσκέπαστα βουνά ακολουθούν : η Καλιακούδα, η Χελιδόνα και το Παναιτωλικό. Τα βουνά εδώ είναι σαν πυκνά κύματα. Δύσκολα μπορείς να ξεχωρίσεις το ένα απ’ τα’ άλλο. Πιασμένα σφιχτά χέρι με χέρι σέρνουν έναν ατέλειωτο χορό. Όλες οι άλλες ελληνικές οροσειρές έχουν σχήμα και συγκεκριμένη μορφή. Ο Όλυμπος, όσο ψηλότερος κι’ αν είναι, ξεπετιέται ανάμεσα Θεσσαλία και Μακεδονία, παρουσιάζοντας όλο του το ανάστημα. Τ’ άλλα βουνά εκμηδενίζονται κοντά του. Το ίδιο και ο Ταΰγετος …, ο Παρνασσός, το Πήλιο, το Παγγαίο δεν ξεφεύγουν απ’ αυτόν τον κανόνα. Τ' αντίθετο συμβαίνει στην Ευρυτανία, το χαρούμενο τέρμα της Πίνδου . Τ’ άλλα βουνά στην πατρίδα μας υψώνουν το τραγούδι τους σα μονωδία. "Η Ευρυτανία είναι μια αρμονική συμφωνία των βουνών". Ανάμεσα από βουνά, ποτάμια, ανάβρες, ρυάκια, δροσοπηγές και νερομάνες ξεχύνεται ο Αχελώος, σα φλέβα ζωής, έρχεται από ψηλά για να δροσίσει – αν τον αφήσουν – την πράσινη γη. Ο Μέγδοβας κι' ο Αγραφιώτης παραδίπλα, ρίχνουν τα νερά τους σ' αυτόν πλαταίνοντας την αγκαλιά του. Κι άλλα νερά παραπέρα ο Κρικελλοπόταμος, ο Καρπενησιώτης, ο Τρικεριώτης, τα Διπόταμα, με πασίγνωστα φαράγγια και τον Πανταβρέχει. Το μόνο γκρίζο τα σπίτια από τα ογδόντα τόσα χωριά που ερημώνουν, αφού αυτός ο καλοσυνάτος και δουλευτής κόσμος αφέθηκε να παιδεύεται μόνος και να παλεύει με την άγονη και δύσβατη γη. Η Ευρυτανία όμως δεν είναι μονάχα γοητείες και θέλγητρα, είναι θρησκευτικό και ιστορικό προσκύνημα με τα μοναστήρια της Προυσιώτισσας, της Τατάρνας και των Δομιανών, τις Σχολές του Γένους και το πλήθος των παλιών εκκλησιών της. Είναι ακόμα χώρος φώτισης και πνευματικής καλλιέργειας με τις εξέχουσες μορφές των γραμμάτων μας, τον Παπαντωνίου, το Στέφανο Γρανίτσα, τον Κων-νο Τριανταφυλλόπουλο και τόσους άλλους, αλλά και της πολιτικής όπως ο Καφαντάρης, ο Κονδύλης, ο Μπακογιάννης . Είναι επίσης αδάμαστη λεβεντιά και κάστρο λευτεριάς παλιά με τους Κατσαντώνη, Καραϊσκάκη, Κ. Βελή και Μάρκο Μπότσαρη και αργότερα με τον Άρη, τον Ερμή, το Καρπενήσι, το Κεφαλόβρυσο, τη Βίνιανη και τις Κορυσχάδες. Ιστορία και δόξα, μάχες και θρίαμβοι, ένα περίλαμπρο σύμβολο αγώνων και ηρωισμού είναι η Ευρυτανία. Με λίγα λόγια ένα θαυμαστός, όμορφος και ιερός τόπος...
Τα δάση είναι μοναδική πηγή πλούτου για την Ευρυτανία. Ομορφαίνουν τον τόπο, προσφέρουν αναψυχή, βελτιώνουν το κλίμα, χαρίζουν υγεία, συμβάλουν στην ανάπτυξη.
Η προέλευση του ονόματος της Ευρυτανίας
Η προέλευση του ονόματος της Ευρυτανίας είναι ένα ζήτημα που διχάζει ερευνητές και ιστορικούς.
Κατά μιαν άποψη παράγεται από το αρχαίο ρήμα "ερύω" , δηλαδή τεντώνω τη χορδή του τόξου, και κατά συνέπεια "ευρυτάν" είναι αυτός που τοξεύει καλά, δυνατά. Ως επίθετο χρησιμοποιήθηκε η λέξη για τον πρώτο βασιλιά της περιοχής τον Εύρυτο, έναν δεινό τοξοβόλο, ο οποίος έδωσε και το όνομα στην περιοχή. Κατ' άλλους το όνομα της περιοχής οφείλεται στα πολλά νερά της : Ευ + ρέω = εύρυτος περιοχή, χώρα με καλοτρεχούμενα νερά, και είναι αλήθεια ότι αυτός ο τόπος αναβλύζει από παντού ζωογόνο νερό...
Το Καρπενήσι
Είναι μια μικρή πόλη στην καρδιά της Ρούμελης κτισμένη σε υψόμετρο 960μ., στους πρόποδες του πελώριου όγκου του Τυμφρηστού του οποίου η ψηλότερη κορφή, το πολυτραγουδισμένο Βελούχι φτάνει τα 2315 μ.. Έχει πλούσιες και περίσσιες φυσικές ομορφιές, με τα βουνά τριγύρω να του χαρίζουν το αρειμάνιο μεγαλείο με τις αστραφτερές βουνοκορφές και τα πανύψηλα ελάτια τους. (Αυτά τα ξακουστά βουνά, που συνδέονται τόσο πολύ με την ηρωική ιστορία της πατρίδας μας, είναι εκείνα που δίνουν στο Καρπενήσι όλο το λεβέντικο και περήφανο μεγαλείο που το χαρακτηρίζει. Μπροστά της ξανοίγεται η κοιλάδα της Ποταμιάς του Καρπενησιώτη για να χαθεί λίγο πιο κάτω ανάμεσα στα δυο πανύψηλα βουνά την Καλιακούδα και τη Χελιδόνα. Ο Καρπενησιώτης που πηγάζει από τη Ράχη Τυμφρηστού, στα όρια Ευρυτανίας και Φθιώτιδας, διασχίζει την Ποταμιά και προσπαθώντας να χωρίσει τα δυο βουνά που την περιβάλλουν, δημιουργεί το περίφημο «Κλειδί» και καταλήγει να σμίξει στα Διπόταμα του Προυσού με τον Κρικελλιώτη για να φτάσουν μαζί στη λίμνη των Κρεμαστών.
Αν και ο Καρπενησιώτης επιμελητής αρχαιολογίας και ζωγράφος Αθανάσιος Ιατρίδης (17981866), τοποθετεί τη σύσταση της πόλης περί τον 13ο αιώνα, η αρχική του παρουσία δεν μας είναι γνωστή. Το χτίσιμό του υπολογίζεται στη Βυζαντινή εποχή, περί τον 8ο αιώνα, που πιθανόν είχε άλλη ονομασία. Τότε φαίνεται οι γύρω του αγροτοποιμενικοί οικισμοί(Μεσοχώρας, Μεσαμπελιάς, Μαγκλάνας, Λυκούρεσης, Πέτρας και άλλων), συγκεντρώθηκαν σιγά σιγά στη σημερινή υπήνεμη θέση όπου παρέμειναν και από τον 150 αιώνα παρουσιάζει πρωτεύοντα ρόλο. Κατά τις ισχυρότερες εκδοχές, η ονομασία του Καρπενησιού προέρχεται) από την κουτσοβλάχικη λέξη "c a r p i n i s i", που θα πει ζυγιοφυτεία, (δηλαδή τόπος με πολλά σφεντάμια ή ψευτοπλατάνια, τα οποία φαίνεται ότι στην εποχή που εγκαταστάθηκαν στο Καρπενήσι οι Κουτσόβλαχοι, [110ς-130ς αιώνας, όταν η περιοχή της Πίνδου Αγράφων - Ευρυτανίας, ονομάστηκε "Άνω Βλαχία"], ήταν άφθονα, ενώ ακόμα σήμερα συναντάμε αρκετά απ' αυτά στις συνοικίες Αγ. Παρασκευή και Λαγκαδιά) και β) από τις τούρκικες λέξεις καρ = χιόνι και μπενίς = επενδύτης, δηλαδή "χιονοσκέπαστο", "ντυμένο στο χιόνι".
Σημαντικό πόλο έλξης τουριστών στο Καρπενήσι παρουσιάζουν το Χιονοδρομικό Κέντρο Bελoυχιού, η τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών, η περιοχή των Αγράφων και άλλες περιοχές με οικοτουριστικό ενδιαφέρον. Τα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής ευνοούν τη ανάπτυξη μεγάλου αριθμού από υπαίθριες δραστηριότητες που μπορεί να προγραμματίσει κανείς στην περιοχή, όπως ορειβασία, σκι, κατάβαση ποταμών, τοξοβολία, ορειβατική ποδηλασία, παρατήρηση της φύσης κ.α. Το άγριο πανέμορφο και καθαρό φυσικό περιβάλλον όλης της Ευρυτανίας και τα σημαντικά της ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία την κατατάσσουν μεταξύ των πλέον τουριστικών ορεινών περιοχών της χώρας μας.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Ορεινή και δυσπρόσιτη, κλεισμένη ανάμεσα σε πανύψηλα βουνά, απέραντα δάση και ορμητικά ποτάμια η ευρυτανική γη, διαμόρφωσε την ιστορία και τον πολιτισμό της αποκομμένη γεωγραφικά, αλλά ενωμένη πνευματικά με την υπόλοιπη Ελλάδα. Τα όρια της αρχαίας Ευρυτανίας είναι δύσκολο να καθοριστούν επακριβώς, θεωρείται όμως ότι ήταν περισσότερο διευρυμένα από τα σημερινά φτάνοντας στον κάμπο του Αγρινίου.
Πολλοί θεωρούν ότι αυτή η δύσβατη ευρυτανική γη, κατά τους αρχαίους χρόνους, δεν έχει να επιδείξει σημαντικές κοινωνικές και πολιτισμικές δραστηριότητες και ότι οι κάτοικοι της περιοχής δεν ήταν παρά ένα σύνολο ατόμων που μοναδική τους ασχολία είχαν το κυνήγι και τον πόλεμο με τους γειτονικούς λαούς. Η νεώτερη έρευνα απέδειξε όμως, ότι οι αρχαίοι κάτοικοι αυτού του τόπου είχαν να επιδείξουν το δικό τους τρόπο ζωής και ενδιαφέρων πολιτισμό. Χωρίς να γίνει επισταμένη αρχαιολογική έρευνα αποκαλύφθηκαν σπουδαία ευρήματα και έργα τέχνης. Ο κισσοστεφάνωτος χάλκινος Διόνυσος, (που βρέθηκε στη Χόχλια και «φυλάσσεται» στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας μαζί με το " θησαυρό του Καρπενησίου" ), τα ευρήματα της Αρωνιάδας, του Αγίου Δημητρίου Καρπενησίου, της Τσιούκας, του Αγίου Σώστη Μικρού Χωριού κ.α. αποδεικνύουν, ότι στην αρχαιότητα αναπτύχθηκε εδώ αξιόλογος πολιτισμός, που ήταν αδύνατο να είναι έργο ανθρώπων που είχαν ως αποκλειστική τους απασχόληση τον πόλεμο και το κυνήγι, ιστορία σύμφωνα με μυθολογία, το όνομά της η Ευρυτανία το οφείλει στο βασιλιά Εύρυτο, εφευρέτη του τόξου. Στα πολύ παλιά χρόνια δόθηκαν στο χώρο αυτό πάμπολλες μάχες, με πιο γνωστή εκείνη στην τοποθεσία "Κοκκάλια", τη φονικότατη μάχη, που έμεινε θρυλική για την έντασή της και το τραγικό μεγαλείο της σύγκρουσης, με τη συντριβή των Γαλατών.
Όμως η Ευρυτανία έγινε περισσότερο γνωστή στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και του '21, όταν το έθνος ολόκληρο ξεσπάθωσε ύστερα από τετρακόσια χρόνια πικρής σκλαβιάς, για να κερδίσει τη λευτεριά και την εθνική του ανεξαρτησία. Στην Ευρυτανία εμφανίστηκαν οι πρώτοι αρματωλοί και κλέφτες, ανάμεσα στους οποίους την πρώτη θέση κατέχει ο έξοχος αετός των Αγράφων ο θρυλικός Κατσαντώνης. Και, όταν το έθνος κήρυξε τον αποφασιστικό αγώνα για τη Λευτεριά του, τα βουνά κι οι λαγκαδιές, τα διάσελα και τα χωριά μας πλημμύρισαν από τον παλμό της νίκης και της αυτοθυσίας.
Η Ευρυτανία, υπήρξε για άλλη μια φορά η καρδιά της Εθνικής μας Αντίστασης κατά τη Γερμανική Κατοχή. Ο λαός της κινώντας από τ' Άγραφα και το ελατοσκέπαστο Βελούχι έκτιζε πάλι τη λευτεριά του, χαρίζοντας στους κυνηγημένους το χαμόγελο και τη ζεστασιά της ψυχής του, αλλά και κουράγιο από το ανεξάντλητο απόθεμα της καρτερίας του. Στήθηκαν και πάλι εδώ περίλαμπρα τρόπαια λεβεντιάς σ' όλα τα βουνά του περήφανου αυτού τόπου, έστω και αν η σημερινή γαλήνη του τοπίου τίποτα δεν προδίδει από τη ζωντάνια της Ελεύθερης Ελλάδας και τη μεγαλειώδη δράση εκείνης της εποχής.
Οι πρώτοι κάτοικοι της Ευρυτανίας
Η ευρύτερη περιοχή της Ευρυτανίας, όπως προκύπτει από τις μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων κατοικήθηκε από τα πανάρχαια μυθικά χρόνια. Κατά την προϊστορία, υπήρχε στην Ευρυτανία ένας πολύ πυκνός πληθυσμός με αξιόλογο πολιτισμό, που ζούσε σε οικισμούς, οι οποίοι συνδέονταν μεταξύ τους. Πιστεύεται δε πως οι κάτοικοι εκείνοι ήταν οι Πελασγοί, που είχαν καλύψει με τους πρωτόγονους οικισμούς τους όλη τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη Στερεά Ελλάδα. Το 1500 - 1400π.Χ, κατεβαίνουν στην περιοχή της Πίνδου, των Αγράφων, του Τυμφρηστού, της Φθιώτιδας και της Δωρίδας οι Μακεδνοί Δωριείς αυξάνοντας τους οικισμούς του χώρου. (Εγκαταστάθηκαν στη Δωρίδα κι από το όνομα της περιοχής ονομάσθηκαν Δωριείς). Την εποχή αυτή στην περιοχή από τη Ν. Θεσσαλία ως την -Ήπειρο και την Ακαρνανία κι ως τον Κορινθιακό, τη Λοκρίδα και τον Τυμφρηστό ήταν εγκατεστημένοι οι Αιτωλοί. Η προέλευσή τους δεν είναι γνωστή, φαίνεται όμως ότι κάποια συγγένεια είχαν με τους Θεσσαλούς. Ο ιστορικό Πολύβιος δε θεωρεί έλληνες τους πιο πολλούς από τους Αιτωλούς, χωρίς όμως να τεκμηριώνει την άποψή του. Το όνομά τους το οφείλουν στον πρόγονό τους Αιτωλό, γιο του ισόθεου Ενδυμίωνα κατά το μύθο. Συγκατοικούσαν ή παροικούσαν με τέσσερα άλλα συγγενικά τους φύλλα: τους Δόλοπες, τους Ευρυτάνες, τους Αγραίους και τους Απεραντούς, που ήταν εγκατεστημένοι σε διαφορετικά γεωγραφικά σημεία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπήρχαν μεταξύ τους χαραγμένα σύνορα.
Ισχυρές ενδείξεις για ύπαρξη προϊστορικών οικισμών
Παρότι η αρχαιολογική σκαπάνη δεν δούλεψε ακόμη αρκετά τον Ευρυτανικό χώρο υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η στην περιοχή ζούσαν άνθρωποι ήδη εδώ και 7.000 χρόνια. Τα ευρήματα που υπάρχουν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο φτάνουν μέχρι και το 5.000 π.Χ.!
Είναι επόμενο λοιπόν να σκεφτεί κανείς ότι μια εκτεταμένη έρευνα θα έφερνε στο φως εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αποδείξεις για τον τρόπο ζωής εκείνων των ανθρώπων.
Ισχυρότερες ενδείξεις υπάρχουν στον λόφο του Αγίου Δημητρίου, απέναντι από την πόλη του Καρπενησίου. Λέγεται ότι στην κορυφή του λόφου του Αγίου Δημητρίου υπήρχε κάστρο και ίσως να βρισκόταν σ' αυτόν η ακρόπολη κάποιου αρχαίου οικισμού αφού κατά καιρούς έχουν ανακαλυφθεί πήλινα ευρήματα. Επίσης, στην ανατολική πλευρά βρέθηκε κατά τη διάνοιξη του δρόμου στο λόφο, σπηλιά με σταλακτίτες, που κλείστηκε τότε για να ερευνηθεί αργότερα.
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση ο λοφίσκος αυτός ήταν τμήμα του Βελουχιού και κατολίσθησε στο σημείο αυτό πριν από χιλιάδες χρόνια. Ως ενίσχυση της "θεωρίας" αυτής φέρεται και η μορφολογία του βουνού, απέναντι από τον λόφο, όπου το πρανές είναι κατακόρυφο και βρίσκονται μερικοί πάρα πολύ απότομοι γκρεμοί με το όνομα "κόκκινες σάρες".
Στα τέλη της δεκαετίας του '60 πραγματοποιήθηκε μια επιφανειακή διερεύνηση του λόφου. Η προσπάθεια αυτή είχε σαν αποτέλεσμα τη συγκέντρωση αρκετά ενδιαφέροντος υλικού, το οποίο κατά τους ειδικούς χρονολογήθηκε στη Μεσοελλαδική Εποχή, δηλαδή από το 2000 μέχρι το 1600 π.Χ. Ανάμεσα στα ευρήματα εντοπίστηκαν και ορισμένα μινύεια όστρακα, (δηλαδή των Μινύων, ελληνικού προϊστορικού έθνους το οποίο κατοικούσε κυρίως στον Ορχομενό της Βοιωτίας).
Επίσης, βρέθηκαν γραπτά και εγχάρακτα όστρακα, που ανήκουν σε έξι διαφορετικά αγγεία, λίθινα εργαλεία από πυρόλιθο (τσακμακόπετρα), λεπίδες οψιανού (μαύρο λιθάρι που προήλθε από ηφαίστειο), πριόνι από πυρόλιθο, αιχμές από λίθινα βέλη, κομμάτια από εργαλεία ή όπλα της εποχής, που ήταν τρύπια, ένα κοκάλινο εργαλείο ή όπλο, δυο κομμάτια από μυλολίθια χρώματος σταχτί κ.ά.
Αν συνδυάσουμε το γεγονός ότι την εποχή εκείνη η Λευκάδα υπήρξε εμπορικό και στρατιωτικό κέντρο, με την γεωγραφική θέση του λόφου αυτού, που βρίσκεται στο στρατηγικότερο σημείο ελέγχου από την Ανατολική Στερεά προς τη Δυτική, τότε εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι θα υπήρχε ενδιαφέρον για την ανάπτυξη κάποιας οικιστικής δραστηριότητας. Τα ευρήματα επίσης δείχνουν ενασχόληση τόσο με τον πόλεμο και το κυνήγι όσο και με την γεωργική καλλιέργεια.
Μία ακόμη ένδειξη για το ότι στην περιοχή πρέπει να υπήρχε συνοικισμός είναι και το ότι προς τη βορειοανατολική πλευρά του λόφου έχουν εντοπισθεί αρχιτεκτονικά απομεινάρια καθώς και μερικές ορθογώνιες πέτρες που ίσως χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή των σπιτιών.
Ίχνη από το πέρασμα και την εγκατάσταση των Αιτωλών, των Δολόπων, των Ευρυτάνων, των Αινιάνων, των Αγραίων και των Απεραντών από τον Περιτυμφρήστιο χώρο της Ευρυτανίας και της Δυτικής Φθιώτιδας σώζονται σε πολλά σημεία. Ποτέ όμως και πουθενά δεν έγιναν συστηματικές έρευνες και ανασκαφές. Ο αρχαιολόγος Γ. Εμμανουηλίδης πιστεύει ότι "ανασκαφική έρευνα στην Ευρυτανία είναι βέβαιο ότι θα προσέφερε νέα στοιχεία, κυρίως δια τους απομεμακρυσμένους εκείνους χρόνους της εγκατάστασης των πρώτων Ελλήνων και της βαθμιαίας πολιτιστικής εξελίξεως των μέχρι και των κλασσικών χρόνων. Διότι η περιοχή ήταν καταφύγιο κατά την εποχή εκείνη των επιδρομών και των διώξεων λόγω των απόκρημνων βουνών και των φυσικών οχυρών θέσεων".
Εκτός από τα ευρήματα στο λόφο του Αγίου Δημητρίου στο Καρπενήσι έχουμε και πλήθος άλλος ενδείξεις σε διάφορα χωριά της περιοχής.
Στη θέση "Καστρί" του συνοικισμού Μαυρόλογγος του Κλειστού σώζονται ερείπια αρχαίου φρουρίου.
Ερείπια δολοπικού, ίσως, κάστρου συναντούμε στο συνοικισμό "Μέγας Λάκκος" της Νεράιδας στις θέσεις "Ελληνικά" και "Τσούκα".
Στη Χόχλια στην περίοπτη θέση που έχει το όνομα "Γλάς" βρέθηκαν πολλά αρχαία αντικείμενα από τους χωρικούς, σημαντικότερο είναι το χάλκινο άγαλμα του θεού Διόνυσου ύψους 0,48 μ., λάφυρο ασφαλώς από κάποια επιδρομή.
Ο αρχαίος θεός παρουσιάζεται κισσοστεφανωμένος, φέρει κοντό χιτώνα με ζώνη και μπότες. Το δεξί του χέρι λείπει, ενώ το αριστερό είναι προτεταμένο, σαν να κρατούσε ποτήρι. Το άγαλμα βρίσκεται τώρα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.
Φυσικό περιβάλλον
Η περιοχή με ιστορική παράδοση, εθνική προσφορά με ιστορικούς και αρχαιολογικούς χώρους, θρησκευτικά προσκυνήματα και μίας καταπληκτικής ομορφιάς φυσικό πλούτο. Διαθέτει όλα τα στοιχεία εκείνα που χρειάζονται για να ικανοποιηθούν όλες οι προτιμήσεις ενός επισκέπτη, προσφέροντας ηρεμία και ξεκούραση, δράση και περιπέτεια.
Το κλίμα είναι μεσογειακό, ηπειρωτικό ορεινό με συχνές βροχοπτώσεις, με ήπιο χειμώνα και δροσερό καλοκαίρι. Είναι μία καθαρά ορεινή περιοχή, με το μεγαλύτερο μέρος της έκτασής της να βρίσκεται σε υψόμετρο πάνω από 1000 μ., η οποία διαθέτει μεγάλο υδάτινο πλούτο και τεράστια δασοκάλυψη. Ένα μεγάλο μέρος της έκτασης της Ευρυτανίας είναι απλωμένο πάνω στον κύριο κορμό της Πίνδου.
Περικλείεται δε από τα βουνά: Άγραφα, Τυμφρηστό, Οξιά, Παναιτωλικό, Χελιδώνα και Καλιακούδα. Διατρέχεται από τους ποταμούς: Καρπενησιώτη, Ταυρωπό (Μέγδοβα), Αγραφιώτη, Κρικελοπόταμο, Τρικεριώτη και Αχελώο. Τον υδάτινο πλούτο συμπληρώνει από το 1965, η τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών, που αποτελεί και το μεγαλύτερο γαιόφραγμα της Ευρώπης. Η μισή περίπου έκταση του Νομού καταλαμβάνεται από δάση.
Στα ψηλότερα σημεία των βουνών κυριαρχούν τα έλατα. Χαμηλότερα, δάση από δρυς, ενώ κάτω από τα 1000 μ., μεσογειακά είδη βλάστησης όπως κουμαριές, ελιές κ.α. Ορεινές κοιλάδες, που σχηματίζονται από τους ποταμούς, επιτρέπουν τη δημιουργία μικρών, καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Πλούσια είναι και η πανίδα της περιοχής. Μεγάλα θηλαστικά, όπως αρκούδες, ζαρκάδια, αγριογούρουνα, λύκοι και άλλα μικρότερα, βρίσκουν εδώ καταφύγιο. Διάφορα είδη αρπακτικών πουλιών και η άγρια πέστροφα της λίμνης Επισκοπής συμπληρώνουν την βιοποικιλότητα του τόπου.
Τα ποτάμια της Ευρυτανίας
Ο νομός Ευρυτανίας είναι ο πιο ορεινός νομός της χώρας, με υψόμετρο από 550 μέχρι 2315μ. και δασική κάλυψη σχεδόν 50%, όταν το αντίστοιχο ποσοστό για το σύνολο της Ελλάδας είναι 19%.
Βόρεια από το Καρπενήσι ορθώνεται το Βελούχι (Τυμφρηστός) και απλώνεται το εκτεταμένο ορεινό συγκρότημα των Αγράφων. Νότια εκτείνονται δυο σειρές βουνών, η πρώτη αποτελούμενη από την Καλιακούδα και την Χελιδόνα και η δεύτερη νοτιότερα, που αποτελείται από την Οξιά και το Παναιτωλικό, στα όρια με την Αιτωλοακαρνανία. Πολλά ποτάμια διαρρέουν τις Κοιλάδες ανάμεσα στα βουνά : η λίμνη Πλαστήρα σχηματίζεται στα βόρεια των Αγράφων και της Eυρυτανίας, ενώ η τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών στα νοτιοανατολικά τους. (Ονομαστά ποτάμια της περιοχής είναι : ο Αχελώος, ο Μέγδοβας, ο Αγραφιώτης, ο Τρικεριώτης, ο Κρικελλοπόταμος.) Τα βουνά από άνοιξη μέχρι φθινόπωρο προσφέρονται για ορειβασία και πεζοπορία, ενώ τα ποτάμια της προσφέροvται για διασχίσεις, rafting και kayak και κολύμπι. Μια άρτια, υψηλής πoιότητας υποδoμή, ξενώνες, ταβερvάκια, βάσεις δραστηριοτήτωv, ιππασίας, έχει δημιουργηθεί σε πολλά χωριά, κι έτσι μπορεί κανείς v' απολαύσει με άνεση τις χαρές, που προσφέρει απλόχερα η φύση…
Τεχνητή Λίμνη Κρεμαστών
Σημαντικό πόλο έλξης στην Ευρυτανία παρουσιάζει εκτός από τα ποτάμια η τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών, όπου ευνοείται η ανάπτυξη μεγάλου αριθμού υπαίθριων δραστηριοτήτων. Το φράγμα των Κρεμαστών, θεωρείται ως το μεγαλύτερο γεώφραγμα της Ευρώπης, με ύψος στάθμης νερού 153 μ. , πλάτος 500μ. Συγκεντρώνει τα νερά των ποταμιών Αχελώου, Αγραφιώτη και Ταυρωπού, δημιουργώντας μια μεγάλη τεχνητή λίμνη υδροχωρητικότητας 4.700.000.000 κυβικών μέτρων.
Από τις 21 Ιουλίου 1965 λειτουργεί εδώ ο μεγαλύτερος Υδροηλεκτρικός Σταθμός της ΔΕΗ στη χώρα μας, που αποτελείται από 4 μονάδες συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 437 MW. Η δημιουργία του φράγματος και η συσσώρευση μεγάλου όγκου νερού, είχε ως αποτέλεσμα την μεταβολή του κλίματος στην περιοχή, τον καταστρεπτικό σεισμό της 5ης Ιουλίου 1966. Παράλληλα την εγκαταλείφθηκαν αρκετοί οικισμοί και καλλιεργήσιμα εδάφη, ενώ χάθηκε στα νερά της λίμνης, η Επισκοπή, μια από τις σημαντικότερες εκκλησίες της περιοχής. Μέχρι τελευταία στο χώρο της τεχνητής λίμνης αναπτύχθηκαν ιχθυοκαλλιέργειες, από την εταιρεία τοπικής ανάπτυξης του Καρπενησίου.
Οι πηγές της Ευρυτανίας
Η μεγαλύτερη πηγή της περιοχής η γεμάτη με θρύλους "Μαρδάχα", κοντά στο μοναστήρι της Τατάρνας, καλύφθηκε ήδη από την τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών, ενώ στην Ευρυτανία δεν έχουν βρεθεί εκμεταλλεύσιμες ιαματικές πηγές.
Η Γαλατική Επιδρομή
Το σημαντικότερο ιστορικό γεγονός που συγκλόνισε την περιοχή στα αρχαία χρόνια ήταν η μάχη με τους Γαλάτες του Βρένου, ενός σκληρού κεντροευρωπαίου πολεμιστή που ήρθε στην Ελλάδα το 279 πΧ με σκοπό να λεηλατήσει τα μυδώθη ελληνικά πλούτη, η φήμη των οποίων είχε φτάσει μέχρι την μακρινή του πατρίδα.
Μια εκπληκτική και ολοζώντανη περιγραφή της μάχης δίνει ο Παυσανίας στα "Φωκικά" του. Οι βαρβαρότητες και η απάνθρωπη συμπεριφορά των επιτιθέμενων δημιούργησαν τεράστια αίσθηση στο πανελλήνιο την εποχή εκείνη. Η καταστροφή του Καλλίου, πόλης Αιτωλικής που τοποθετείται στην περιοχή του σημερινού χωριού "Κλαψί", υπήρξε μια από τις μελανότερες σελίδες καθώς οι λεηλασίες και οι βανδαλισμοί ξεπέρασαν κι εκείνες που περιγράφονται στην άλωση της Τροίας!
Η γεωγραφική θέση του Κλαυσείου κοντά στην εύφορη Ποταμιά του Καρπενησίου και στην απόμερη πλαγιά του Κώνισκου υπογραμμίζουν την πιθανότητα να χτίσθηκε εκεί μια σπουδαία πόλη, όπως επιμαρτυρούν και λίγα ευρήματα. Το όνομα του χωριού η παράδοση θέλει να προέρχεται από τα κλάματα και τους ολοφυρμούς των κατοίκων του κατά την άλωσή του από τους Γαλάτες ή Κέλτες όπως χαρακτηριστικά αναφέρονται στο κείμενο του Παυσανία..
Οι Γαλάτες ήταν φοβερά πολεμικός λαός από την κεντροδυτική Ευρώπη. Ήταν ψηλοί, υπερήφανοι με τρομερή ματιά κατά το Μακελίνο, ξανθοί και πάλλευκοι κατά τον Πλούταρχο. Επειδή οι μόνες πηγές για τους Γαλάτες είναι οι ρωμαϊκές και ελληνικές αναφορές και δεν υπάρχουν γραπτά κείμενα από τους ίδιους, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξουν ιστορικά βεβαιωμένες παρατηρήσεις γι' αυτούς. Η μόνη αξιόπιστη πηγή για την ενδυμασία και τα έθιμά τους είναι οι παραστάσεις που βρίσκονται στη θήκη ξίφους που φυλάσσεται στο Μουσείο της Βιέννης. Αυτή η μπρούτζινη θήκη μάλιστα, αποτελεί ανωμαλία στο σύνολο των ευρημάτων του Λα Ταίν καθότι είναι η μόνη με παραστάσεις και μάλιστα αφηγηματικές.
Πρόκειται μια σκηνή με τρεις πολεμιστές, τέσσερις καβαλάρηδες καθώς και δύο άνδρες που κρατούν ένα κυκλικό αντικείμενο ανάμεσα σε δύο επίσης κυκλικά μοτίβα. Στις εικόνες φαίνονται ξεκάθαρα τα σχήματα καθώς επίσης και η λεπτομέρεια των τριών πολεμιστών με τις μεγάλες ασπίδες τους.
Οι μόνοι άφθαρτοι, ικανοί να τους αντιμετωπίσουν, ήταν οι Αιτωλοί που μόλις είχαν εξέλθει από τη βαρβαρότητα, όπως παρατηρεί ο Βιλλαμόβιτς. Έστειλαν λοιπόν στις Θερμοπύλες, σ' αυτή την ιστορική πύλη εισόδου προς τη νότια Ελλάδα, για να προτάξουν εκεί άμυνα κάτι παραπάνω από 7000 "οπλιτεύοντες" και ιππείς και 790 ψιλούς (ελαφρά οπλισμένους) με τρεις στρατηγούς: τον Πολύαρχο, τον Πολύφρονα και το Λαοκράτη. Στο πλευρό τους έσπευσαν οι Βοιωτοί, οι Φωκείς, Οι Οπούντιοι Λοκροί και λίγοι Μεγαρείς. Οι Πελοποννήσιοι, εκτός από τους Πατρείς, αδιαφόρησαν ή αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στην αντιμετώπιση των Γαλατών του Βρέννου, ίσως γιατί ήθελαν, κατά το Γερμανό ιστορικό Μπέλοχ, να φθαρούν οι Αιτωλοί και να πέσει το γόητρό τους. Αρχηγός όλων των Ελληνικών δυνάμεων ορίσθηκε ο Αθηναίος Κάλλιππος, παρά το γεγονός ότι το κύρος των Αθηναίων αυτή την εποχή ήταν πεσμένο.
Επιστρέφοντας οι Γαλάτες για το στρατόπεδο των Θερμοπυλών θέλησαν ν' ακολουθήσουν το ίδιο δρομολόγιο. Στη γραμμή όμως που ενώνει την Οξιά με τον Τυμφρηστό, στη ράχη πάνω περίπου από το σημερινό χωριό Άγιος Νικόλαος (Λάσπη), κοντά στις πηγές του Κρικελλιώτικου Ποταμού (υψόμ. 1720 μ.) τους έστησαν καρτέρι οι κάτοικοι των χωριών της Ευρυτανίας, της Αιτωλίας και της Δολοπίας, άνδρες και γυναίκες, οπλισμένοι με πρόχειρα όπλα, γεωργικά εργαλεία και ρόπαλα και τους προξένησαν τρομερό θανατικό. Από την επιδρομή στην Αιτωλία δε γύρισαν στη βάση τους μπροστά στις Θερμοπύλες ούτε οι μισοί ("ελάσσονες των ημίσεων") Γαλάτες. Ο τόπος της σύγκρουσης γέμισε από πτώματα των βαρβάρων επιδρομέων και τα κόκαλά τους άσπριζαν για πολλά χρόνια στην επιφάνεια της γης. Η θέση ονομάσθηκε "Κοκκάλια" και τ' όνομα αυτό διατηρείται ως σήμερα. Οι γεωργοί έβρισκαν ως πριν από λίγα χρόνια στα χωράφια τους, σύμφωνα με την παράδοση, ανθρώπινα κόκαλα και σκουριασμένα κομμάτια από μεταλλικά όπλα.
Επειδή η ιστορική αξία του κειμένου αυτού είναι τεράστια, παραθέτουμε εδώ ολόκληρο το απόσπασμα στο οποίο περιγράφεται η Γαλατική εκστρατεία του 279π.Χ.
Κατά την εισβολή τους στην Ασία οι Κέλτες υπέστησαν και πάλι συντριπτική ήττα από τους Έλληνες της Περγάμου. Την νίκη τους αυτή οι Έλληνες της Μικράς Ασίας τη γιόρτασαν με την κατασκευή και ανάθεση στο θεό ενός εξαίσιου γλυπτού από μπρούτζο, τον "Θνήσκοντα Γαλάτη".
Η Ευρυτανία και τα Άγραφα στα βυζαντινά χρόνια
Η εποχή του Βυζαντίου δεν άφησε έντονα τα σημάδια της στον ευρυτανικό χώρο, καθώς οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της αυτοκρατορίας ήταν εντοπισμένες αλλού. Γεγονός πάντως είναι ότι η συνταρακτική περίοδος της εικονομαχίας, επέδρασε και στα αγραφιώτικα κορφοβούνια. Κατά τη διάρκειά της, οι ντόπιοι αρνήθηκαν να ακολουθήσουν την πολιτική των εικονομάχων αυτοκρατόρων και διατήρησαν ανηρτημένες στους ναούς τις εικόνες τους. Απόδειξη της ασφάλειας που παρείχαν οι ντόπιοι στις εικόνες είναι και η μεταφορά της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας της Προυσιώτισας από την Προύσα της Μικράς Ασίας στο μέρος που βρίσκεται μέχρι και σήμερα.
Την εποχή αυτή επίσης, οι κάτοικοι των Αγράφων απόκτησαν το προνόμιο της αυτονομίας και της αυτοδιοίκησης, με αποτέλεσμα να απαλλαγούν από τους φόρους. Καθώς πλέον η περιοχή τους δεν καταγράφονταν στους φορολογικούς καταλόγους της αυτοκρατορίας κέρδισε και την προσωνυμία της: "Άγραφα".
Περί το 900μΧ εμφανίζονται κυρίως στους ορεινούς βοσκότοπους οι Κουτσόβλαχοι, οι οποίοι επιμειγνύονται με τον αρχικό πληθυσμό αφήνοντας όμως σαφέστατο δείγμα της παρουσίας τους στα διάφορα τοπωνύμια και ιδρύοντας μάλιστα και τη σημερινή πρωτεύουσα του νομού, το Καρπενήσι το οποίο στη γλώσσα τους σημαίνει "σφενδαμότοπος".
Γύρω στα 1200 ενσκήπτει μια θανατηφόρα επιδημία πανούκλας που αποδεκατίζει τον πληθυσμό και αναγκάζει σε μαζικές μετοικεσίες. Απομεινάρια των οικισμών που εγκαταλείφθηκαν σώζονται μέχρι σήμερα σε πολλά χωριά τόσο των Αγράφων όσο και των Δήμων Ασπροποτάμου και Απεραντίων. Πολλές ιστορίες διατηρήθηκαν μέσω της προφορικής παράδοσης και είναι ακόμη γνωστές στους παλιότερους, περιμένοντας την επίσημη καταγραφή τους πριν ο νέος τρόπος ζωής τις εξαφανίσει εντελώς.
Οι Ευρυτάνες πρέπει να ήταν από τους τελευταίους Έλληνες που εγκατέλειψαν την πίστη στο Δωδεκάθεο και την παγανιστική λατρεία. Η εγγύτητα της περιοχής τόσο με το μαντείο της Δωδώνης που εξακολουθούσε να λειτουργεί μέχρι και το 500μ.Χ όσο και με τους Δελφούς, οδηγούν με ασφάλεια σε αυτό το συμπέρασμα. Η Ευρυτανία εξ άλλου εξακολουθούσε να υπάγεται στη Ρωμαϊκή δικαιοδοσία πολύ μετά την ίδρυση του Βυζαντινού κράτους, με αποτέλεσμα και την στάση της στην περίοδο της εικονομαχίας όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Πάντως από τη στιγμή που εκχριστιανίσθηκαν και μετά η αφοσίωσή τους στην ορθοδοξία ήταν τέτοια που έφθασε ορισμένες φορές σε ακραίες ενέργειες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η σφαγή των απεσταλμένων του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου, ο οποίος για να διαπιστώσει αν το διάταγμα του για την καθαίρεση των εικόνων είχε εφαρμοστεί απέστειλε αντιπροσωπεία για να ελέγξει την εφαρμογή του επί τόπου.
Όταν, η αντιπροσωπεία αυτή έφθασε, στους ορεινούς όγκους της νότιας Πίνδου, εκεί όχι μόνο είδαν ότι οι εικόνες δεν είχαν καθαιρεθεί αλλά οι κάτοικοι αυτών των περιοχών, εξαγριωμένοι από τις απειλές τους, τους συνέλαβαν και τους αποκεφάλισαν.
Όταν ο Νικηφόρος Ουρανός νίκησε τον Βούλγαρο Σαμουήλ στον Σπερχειό το 996 μ.Χ, υπολείμματα της στρατιάς τους προσπάθησαν να διαφύγουν ανάμεσα από τα αγραφιώτικα βουνά, χωρίς όμως να το κατορθώσουν, γιατί οι κάτοικοι τη: περιοχής με άγρια επίθεση τους κυριολεκτικά τους αποδεκάτισαν. Λέγεται ότι ελάχιστοι κατόρθωσαν, ανάμεσα από τα πυκνά δάση, να διαφύγουν προς την Θεσσαλία. Από τη μάχη εκείνη έχει απομείνει σήμερα ως απομεινάρι το όνομα του βουνού στο οποίο καταστράφηκαν, η "Βουλγάρα".
Καθώς η ισχύς του Βυζαντίου άρχισε σταδιακά να μειώνεται και η στρατιωτική προστασία των εδαφών του δεν ήταν ιδιαίτερα ενισχυμένη, εξαγριωμένες σλαβικές ορδές άρχισαν τις συχνές καθόδους τους και τις λεηλασίες νοτιότερα. Τους Σλάβους σταμάτησε η Νορμανδική ισχύς που άρχισε να δείχνει έντονα τα σημάδια της γύρω στο 1100. Αυτό βέβαια δεν ωφέλησε ιδιαίτερα τους ντόπιους πληθυσμούς οι οποίοι απλά πέρασαν από τον ένα στον άλλο δυνάστη.
Μετά την κατάλυση του Βυζαντίου από τους Σταυροφόρους το 1204, η αυτοκρατορία διαιρέθηκε σε αυτόνομα δεσποτάτα. Το πιο πιθανό είναι η ευρυτανική περιοχή να εντάχθηκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, χωρίς όμως να έχει - όπως είναι φυσικό - ιδιαίτερη συμμετοχή στην παραγωγή πλούτου ή τη διαμόρφωση πολιτικής την περίοδο αυτή.
Τελευταίος κατακτητής της περιοχής πριν την κατάληψή της από τους Τούρκους ήταν ο Κράλης των Σέρβων Στέφανος Δουσάν που την κατέλαβε το 1340. Τους Σέρβους ακολούθησαν οι Αλβανοί, οι οποίοι ανεξέλεγκτοι λόγω της ανικανότητας της Κωνσταντινούπολης να ελέγξει την πάλαι ποτέ κραταιά αυτοκρατορία μπαινόβγαιναν από τα σύνορα όποτε ήθελαν. Τέλος ακολούθησαν οι Τούρκοι οι οποίοι φαίνεται πως έφτασαν εδώ γύρω στα 1450, περίπου πέντε χρόνια πριν την οριστική κατάληψη της Βασιλεύουσας και την ολοκληρωτική κατάρρευση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Ενώ λοιπόν όλη η Ευρυτανία κατελήφθη από τους Οθωμανούς, τα Άγραφα εξακολουθούσαν να είναι ελεύθερα. Ο Σουλεϊμάν ο Β', προσπάθησε να τα καθυποτάξει και να τα περάσει στους φορολογικούς καταλόγους χωρίς όμως να το καταφέρει. Αποτέλεσμα της αποτυχίας του αυτής ήταν η συνθήκη του Ταμασίου στις 10 Μαΐου 1525 όπου τα Άγραφα κατοχύρωσαν εκ νέου την αυτονομία τους πληρώνοντας μόνο ένα κοινοτικό φόρο.
Έτσι, καθώς η Ιστορία επαναλήφθηκε για τα Άγραφα, χάθηκε στην άχλη του θρύλου η προέλευση του ονόματός τους. Άλλοι υποστηρίζουν ότι το όνομα το πήραν επί της βασιλείας του Κωνσταντίνου του Κοπρώνυμου, όταν όπως προαναφέρθηκε αποκεφάλισαν τους εκπροσώπους του, εξαγριώνοντας τον αυτοκράτορα και αναγκάζοντάς τον να διαγράψει τις ορεινές αυτές περιοχές από τους χάρτες της αυτοκρατορίας.
Κατ' άλλους ως λόγο κύριος λόγος απόκτησης αυτής της ονομασίας θεωρείται η μη ύπαρξή τους στους τουρκικούς φορολογικούς καταλόγους.
Η φορολογική απαλλαγή των Αγράφων εντούτοις δεν έκανε ευκολότερη τη ζωή τους με αποτέλεσμα ένα μέρος του πληθυσμού τους να οδηγηθεί στη μετανάστευση και την δημιουργία μιας ολόκληρης συνοικίας στο χωριό Δερμιδές της Προύσας.
Η "χρυσή" εποχή
Η πτώση της Κωνσταντινούπολης στους Τούρκους, δεν ήταν ένα γεγονός απομονωμένο. Ήρθε ως φυσική απόρροια της κακοδιαχείρισης των οικονομικών της αυτοκρατορίας, του φεουδαρχικού συστήματος το οποίο έκανε τους κατοίκους να μην αισθάνονται καμιά συμπάθεια για τη διοίκηση καθώς και από τις συνεχείς επιδρομές των Λατίνων και άλλων επιδρομέων. Πριν αλωθεί η Πόλη, ολόκληρη σχεδόν η αυτοκρατορία ήταν στα χέρια του εχθρού. Έτσι η περιοχή της Ευρυτανίας είχε κατακτηθεί ήδη από τα 1447 - 1453.
Η σκλαβιά βάστηξε για τετρακόσια ολόκληρα χρόνια και ήταν άμεση ανάγκη για το γένος να τινάξει τα δεσμά αυτής της αβάσταχτης δουλείας. Mιας δουλείας που σα μαύρο σύννεφο είχε σκεπάσει τη χώρα και για αιώνες κατάπνιγε κάθε φωνή αντίδρασης, κάθε προσπάθεια ξεσηκωμού. Ο Ευρυτανικός λαός, αυτός ο περήφανος, ανεπανάληπτος λαός, δεν αφομοιώθηκε, δεν παρασύρθηκε από τις πλάνες υποσχέσεις του κατακτητή, δεν υπέκυψε στις αφόρητες πιέσεις και τα βασανιστήρια που τον υπέβαλε. Αντίθετα άντεξε, βρήκε το κουράγιο να παλέψει, αντιστάθηκε και στο τέλος, σαν τον αθάνατο Φοίνικα του μύθου, ξαναγεννήθηκε από τις στάχτες του. Οι τρόποι που βρήκε για να αντεπεξέλθει στις μύριες δυσκολίες που έβρισκε στην καθημερινή του ζωή ήταν πολλοί και αξιοθαύμαστοι.
Ακόμα και μέσα στα αθάνατα δημοτικά του τραγούδια μπόρεσε να περάσει τη σπίθα και τον πόθο του για λευτεριά, κι από στόμα σε στόμα κατόρθωσε να διατηρήσει ζωντανή μια παράδοση αιώνια και μια περηφάνια αλώβητη. Οι πιο γενναίοι, οι πιο αδούλωτοι, οι πιο νέοι, πήραν τα βουνά• άρπαξαν τα όπλα και ζήτησαν με τη βία αυτό που οι στυγεροί κατακτητές τους στέρησαν αδικαιολόγητα: Τη Λευτεριά τους. Οι κλέφτες και οι αρματολοί αποτέλεσαν τον πρώιμο στρατό της νέας Ελλάδας, την αστείρευτη δεξαμενή απ' όπου ξεπήδησαν τα λαμπρά αστέρια της Ιστορίας μας: ο Κατσαντώνης, ο Καραϊσκάκης ο Αθανάσιος Διάκος, ο Μάρκος Μπότσαρης.
Καραβάνι στην Πίνδο. Διακρίνεται ο επικεφαλής κι ένας ένοπλος συνοδός, 1825. Έγχρωμη λιθογραφία (λεπτομέρεια). Σχέδιο Dupre. |
Οι Τούρκοι επί Μουρατ Β' (1404-1451) μη μπορώντας να καταβάλουν τους ατίθασους κατοίκους των ορεινών Αγράφων και ενδιαφερόμενοι για την είσπραξη από αυτούς κάποιας φορολογίας, αναγκάστηκαν να ανανεώσουν προϋπάρχοντα από τους Βυζαντινούς προνόμια αυτονομίας και αυτοδιοίκησης από το τέλος του 15ου αιώνα και σε συνέχεια από της αρχής του 16ου (10/5/1525), να υπογράψουν με τους Αγραφιώτες τη γνωστή συνθήκη του Ταμασιού. Το πρώτο αρματολίκι αναγνωρίστηκε στα Άγραφα για την τήρηση της τάξης και την ασφάλεια των διαβάσεων (ντερβενιών) και την υποχρέωση των προεστώτων για τη μεταφορά της φορολογίας, που καθορίστηκε κατά κοινότητα, στην έδρα της Τουρκικής αυτοκρατορίας, την Πόλη. Η περιοχή λοιπόν ανέπνεε έναν αέρα λευτεριάς, από πολύ νωρίς, με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν σ' αυτήν τα γράμματα και οι τέχνες.
Αλλά μιας και αποτέλεσε χώρο καταφυγής κάθε κατατρεγμένης και ατίθασης ψυχής, ήταν παράλληλα η τροφοδότρια μάνα κάθε επαναστατικού κινήματος. Και στην επανάσταση του Διονυσίου του "Σκυλόσοφου", και στα Ορλωφικά και σε κάθε άλλη μικρότερη κινητοποίηση οι Ευρυτάνες είχαν άμεση συμμετοχή τόσο στην οργάνωση όσο και στην υλοποίησή τους.
Για όσα δεινά υπόφερε σε κείνη την εποχή ο λαός αρκετά δίνουν στοιχεία οι μεγάλοι Διδάσκαλοι του Γένους. Όμως επειδή καλύτερα από κάθε άλλον ζωγραφίζει την τότε κατάσταση ο πρωτεργάτης των Σχολών των Άγραφων Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός (1597-1682) παραθέτουμε εδώ μόνον μια σχετική από γράμμα του περικοπή: "Πανταχού οιμωγαί, ολολυγμοί, στεναγμοί και θρήνοι, δυσπραγίαι ουκ ευαρίθμητοι...η καταδρομή των φορολόγων αδυσώπητος· το υπήκοον επικαλείται τον θάνατον μάλλον ή το ζην". Δηλαδή έφτασαν στο κατάντημα οι άνθρωποι εκείνοι να προτιμούν το θάνατο παρά τη ζωή.
Εικόνες από την προεπαναστατική καθημερινότητα
Μια ιδέα του προεπαναστατικού Καρπενησίου (Κερενπές) μας δίνει ο Τούρκος Εβλιά Τσελεμπή που ταξίδεψε στην Ελλάδα από το 1667 έως το 1770.
Ο Τσελεμπή στο χρονικό του "Ταξίδι στην Ελλάδα", αναφέρει τα παρακάτω για το Καρπενήσι: "Πρόκειται για επαρχία του νομού Ναυπάκτου (Ινέμπαχτης), έχει δικαστή, νομάρχη (Σαντζακμπέη) και πολιτικό διοικητή. Είναι επίσης έδρα Διαχειριστού, αρχηγού γενιτσάρων (Σερντάρη), αγορανόμου εισπράκτορα κεφαλικού φόρου (Χαράτς αγασί). Δικαστής είναι ένας από τους άρχοντες (Ντεριμπέηδες) της πόλης. Υπάρχουν πολλοί θεολόγοι. Η πόλη ολόκληρη βρίσκεται μέσα στην εξοχή και στα αμπέλια. Αποτελείται από μαχαλάδες και έχει πολυώροφα καλοχτισμένα αρχοντόσπιτα (Σεράγια). Τα νερά της είναι κρυστάλλινα και υγιεινά. Έχει διοικητήριο και τέμενος με μιναρέ (μιχράπ). Έχει τζαμί που παραστέκεται στο παζάρι. Έχει τέμενος χωρίς μιναρέ (μερτζίτ) στους μαχαλάδες της, ένα ιεροδιδασκαλείο (μεντρεσέ), δημοτικό σχολείο και δύο τεκέδες.
Διοικητική διαίρεση της Ευρυτανίας επί Τουρκοκρατίας
Η Ευρυτανία επί Τουρκοκρατίας, αποτελούταν από δυο επαρχίες:
1) Την επαρχία Αγράφων πού περιλάμβανε :
α) τα θεσσαλικά και
β) τα ευρυτανικά χωριά των Αγράφων χωρίς από τους Τούρκους να γίνεται διαχωρισμός τους, και
2) Την επαρχία Καρπενησίου, που περιλάμβανε :
α) τα Βλαχοχώρια,
β) τα Πολιτοχώρια,
γ) το Σοβολάκο και
δ) το Απόκουρο.
Εκκλησιαστικά υπάγονταν οι επαρχίες αυτές, εξαιρέσει ορισμένων χωριών, στη Μητρόπολη της Λάρισας. Εξακριβωμένα και σύμφωνα με τα προνόμια των αρματολικιών Άγραφων και Καρπενησίου στην Ευρυτανία, μόνο στο Καρπενήσι κατοικούσαν κατά τον Πουκεβίλ και περί τις 500 τουρκικές οικογένειες.
Μάλιστα στον πρώτο χρόνο της επανάστασης βρέθηκαν στο Καρπενήσι μόνο 70 τουρκικές οικογένειες πού παίρνοντας μαζί τους ό,τι μπορούσαν την νύχτα της 22/7/1821, μέσω του Συμπεθερικού (μιας χαράδρας ΒΔ. του Καρπενησίου), αναχώρησαν ανενόχλητες για τα Τρίκαλα με προστατευτική συνοδεία από τουρκικό στρατιωτικό απόσπασμα. Αλλά το προνόμιο να μη κατοικούν στα Άγραφα τουρκικές οικογένειες φαίνεται ότι παραβιάστηκε μια και είχαμε Τούρκους πού κατοίκησαν στην Αγία Τριάδα Κτημενίων και ακριβώς στη θέση όπου βρίσκεται το σημερινό χωριό. Πότε εγκατέλειψαν το χωριό αυτό δεν μας είναι γνωστό πάντως φαίνεται ότι αυτό έγινε αρκετά χρόνια πριν από την επανάσταση.
Με την ευκαιρία τούτη αξίζει να σημειωθεί, ότι σε κείνη την εποχή οι χριστιανοί κάτοικοι της Αγ. Τριάδας, είτε γιατί υπήρχαν πολλά δάση, είτε γιατί ο καλλιεργήσιμος χώρος ήταν γενικά ανεπαρκής με την άνιση κατανομή του σε Τούρκους, σε προεστώτες και στο λαό, αναγκάζονταν και καλλιεργούσαν-αυτό παρατηρείται και σε αλλά χωριά-μακρινές από το χωριό περιοχές, και κυρίως τα γυμνά, και κάπως κατάλληλα κράσπεδα τον Βελουχιού. Στις εκτάσεις αυτές καθώς και σε πολλά ξέφωτα υπάρχουν και σήμερα πολυάριθμοι, από το μόχθο των αγροτών εκείνης της εποχής, αρμακάδες.
Η Ευρυτανία τον 20ό αιώνα
Ο εικοστός αιώνας ήταν για την Ευρυτανία μια περίοδος γεμάτη ανακατατάξεις που την οδηγούσαν από το ναδίρ στο ζενίθ και το αντίθετο. Στις αρχές του αιώνα ήταν μια ευημερούσα περιοχή. Τη δεκαετία του 30 - 40 υπέφερε από την ανέχεια. Την δεκαετία 40-50 ποτίστηκε σε κάθε γωνιά της με αίμα ελληνικό, πρώτα γράφοντας τις ένδοξες σελίδες της Εθνικής Αντίστασης στην οποία πρωτοστάτησε και στη συνέχεια με την συμμετοχή της στον τραγικό εμφύλιο σπαραγμό όπου και πάλι αντήχησε στα βουνά και τα λαγκάδια της το ντουφέκι.
Την δεκαετία του 50-60 ρημάχτηκε από την μετανάστευση, καθώς οι δύσκολες συνθήκες οδήγησαν το άνθος της νεολαίας της στα ξένα. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 80, φυτοζωούσε, για να αρχίσει σιγά - σιγά μια πορεία ανάπτυξης, παράλληλα με ολόκληρη τη χώρα, η οποία συνεχίζεται -όχι χωρίς προβλήματα- μέχρι σήμερα.
- Για την κατάσταση που επικρατούσε στο νομό την δεκαετία του 1940, χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από το βιβλίο του Δημοσθένη Γεωρ. Γούλα που εκδόθηκε το 1946 και που παρατίθεται εδώ:
Τα είδη του Μονοπωλίου στην Ευρυτανία ευρίσκονται στην ίδια ακριβώς μοίρα με το καλαμπόκι. Ό,τι τραβάει ο Ευρυτάν για να προμηθευτεί το ψωμί του, τα ίδια και για το αλάτι, γιατί περί αυτού πρόκειται, επειδή τα σπίρτα δεν είναι είδος πρώτης ανάγκης γι’ αυτούς και το πετρέλαιο οι περισσότερες οικογένειες το χρησιμοποιούν όχι για το φωτισμό τους, άλλα μάλλον για φάρμακο...Μονάχα σε εξαιρετικές περιστάσεις, γάμους, βαφτίσια, γιορτάσια κλπ, φωταγωγούν τα σπίτια τους με λάμπες πετρελαίου. Τ' αλάτι όμως δεν οικονομιέται. Μπορεί να φάει το φαΐ ανάλατο μια οικογένεια για πολλές μέρες, συμβαίνει συχνά αυτό, αλλά δεν κάνουν βήμα τα πράματα τους χωρίς αλάτι και δε μπορούν να βάλουν στη μπάντα λίγα μαξούλι (κτηνοτροφικά προϊόντα), χωρίς αυτό. Γι’ αυτό ή τιμή του αλατιού, τους καλοκαιρινούς ιδιαιτέρως μήνες που έρχονται και οι βλάχοι στα βουνά, ανταλλάσσεται δυο με μια οκά καλαμπόκι.
Τι τραβάνε οι Ευρυτάνες για το αλάτι είναι αφάνταστο. Αφήνουν τις δουλειές τους και τρέχουν στα μονοπώλια, χάνονται δυο και τρεις μέρες, το κουβαλάνε οι περισσότεροι στον ώμο, το φέρνουν στο σπίτι τους, επιστρέφουν τα δανεικά κι είναι πάλι για δρόμο. Ενώ η μονοπώληση των ειδών αυτών έπρεπε να συνοδεύεται από την φροντίδα να πλησιάσει το αλάτι και τα άλλα είδη κοντά στο λαό, να του προσφέρει ουσιαστική υπηρεσία, να του λιγοστέψει την τραχύτητα της ζωής, η πολιτεία που για λόγους φορολογικούς εισήγαγε τα μονοπώλια κανέναν από τους σκοπούς αυτούς δεν πέτυχε. Όσοι γνωρίζουν πώς έχουν τα πράγματα στην ορεινή Ευρυτανία μπορούν να φανταστούν την αγριότητα της καταστάσεως, και να εκτιμήσουν το μέγεθος κρατικής αστοργίας.
Δυστυχώς όμως στο μονοπωλιακό κεφάλαιο δεν κάναμε βήμα μπροστά κι ας πέρασαν τόσα και τόσα χρόνια.
Απ' τις 264 αποθήκες πού διατηρεί σήμερα ή Εταιρεία, μόνο 4 μπόρεσε να δώσει στην Ευρυτανία, την τόσο ορεινή.
Μόνο, με το Διάταγμα της 31/8/1936 «Περί κυρώσεως της συμβάσεως μεταξύ του Δημοσίου και της Εταιρίας Διαχειρίσεως υπεγγύων προσόδων (μέχρι της κυρώσεως αυτής ίσχυε η σύμβαση της 14—7—1925) απεφασίσθη να ιδρυθούν δύο νέες αποθήκες στην Ευρυτανία, του Κερασοχωρίου και του Κρικέλλου αλλά την τελευταία στιγμή, όταν έληγε ή εξάμηνη προθεσμία της Εταιρείας για την ίδρυση, ο επί δικτατορίας Υπουργός των Οικονομικών, Κ. Ζαβιτσιάνος άφησε μόνο τη μια αποθήκη, του Κρικέλλου.
Η φτωχή και ατελής εκπλήρωση της οφειλομένης προς το κοινών υπηρεσίας για τον εφοδιασμός του άλατος, προέρχεται ασφαλώς από την πενιχρότητα του δικτύου των αποθηκών. Τούτο φαίνεται καθαρά από τις αναρίθμητες αιτήσεις πού φτάνουν στο Υπουργείο Οικονομικών και που παριστάνουν την επιτακτική ανάγκη να ιδρυθούν κι άλλες αποθήκες,
Πρέπει να προσθέσω ακόμη ότι το Κράτος, επιβαρύνει με αληθινά λύτρα το λαό για την υπηρεσία που δεν του την προσφέρει, για το αλάτι που δεν του δίνει, Αν υπολογίσουμε ακόμη και τις ημεραργίες των χωρικών μας για να προμηθευτούν το κατακαημένο αλάτι, φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι φορολογούνται κατά τρόπο κόμη σκληρότερο και από εκείνο που ίσχυε εις βάρος των χωρικών στη Φεουδαρχική Γαλλία.
Στα χρόνια της κατοχής οι Αγοαφιώτες και οι Απεράντιοι ήταν αξιολύπητοι. Έπρεπε να προμηθευτούν το αλάτι απ' τον Τρίκλινο, μα η αποθήκη του Τρίκλινου ήταν αδεία γιατί τ’ αποθέματα της ο αποθηκάριος, στο χειμώνα του 1941 τα ‘κανε βούτυρα και τυριά μ’ ανταλλαγή! Έτρεχαν στην αποθήκη του Καρπενησίου και γύριζαν μ' άδεια σακιά γιατί αυτή το μοίραζε στις Κοινότητες με μηνιαίες διανομές. Πήγαιναν στην Αμφιλοχία και τους έλεγαν ότι όφειλαν να υποβληθούν σε μια πολύπλοκη διαδικασία, να παρουσιάσουν καταστάσεις κ.λ.π., πράγματα πού δεν μπορούσαν να γίνουν και εν τέλει τους παρέπεμπαν στον Τρίκλινο. Πολλοί Πρόεδροι πωλούσαν τη δυναμικότητα της Κοινότητάς των σε κτηνοτρόφους κι όταν γίνονταν τα χαρτιά και πήγαιναν οι ενδιαφερόμενοι στην Αμφιλοχία, βρισκόταν το χωριό χρεωμένο αλάτι πού δεν είχε πάρει!...
Κι όλα αυτά έφερναν τον κοσμάκη σε απόγνωση. Έδινε και τρεις οκάδες καλαμπόκι για μια οκά αλάτι στους μαυραγορίτες. Και σιγά—σιγά δημιουργήθηκε και άνθισε το εμπόριο της μαύρης αγοράς του αλατιού. Που το ‘βρηκαν ; πώς μπορούσαν να το εμπορεύονται αναφανδόν αφού είναι είδος μονοπωλιακό; Αυτά είναι μυστήρια. Το βέβαιον είναι ότι ενώ οι αποθήκες του Δημοσίου ήταν αδειανές, οι αποθήκες της μαύρης ήταν γεμάτες. Άλλωστε ή μαύρη αγορά δεν οργίασε στον τόπο μας μόνο με το αλάτι, οργίασε σε όλα τα είδη της καταναλώσεως. Έξεμεταλεύθη τους χωρικούς μας σε αφάνταστο βαθμό, κυριολεκτικά τους έγδυσε.
Το δράμα του αλατιού πάντως να μη συνεχιστεί για την Ευρυτανία. Πρέπει να δημιουργηθούν οι απαραίτητες αλαταποθήκες στις πρωτεύουσες των Τ. Δήμων. Δεν είναι κατάσταση αυτή, τρεις Δήμοι, Αγραίων—Άγραφων—Απεραντίων, να μην έχουν ούτε μια αποθήκη.
Το αρθρ.15 παρ. 5 της τελευταίας συμβάσεως μεταξύ Δημοσίου και Εταιρείας λέγει: «Ή εταιρεία δύναται, εφ’ όσον κρίνει τούτο σκόπιμον, να ιδρύη και διατηρεί άποθήκας και εις άλλας πόλεις και κώμας εκτός των δια της παρούσης συμβάσεως προβλεπομένων, μετά προηγουμένην μετά του Υπουργείου Οϊκoνομικών και της Διεθνούς Οικονομικής "Επιτροπής συνεννόησιν». Ας κάμει λοιπόν τη συνεννόηση η Εταιρεία, αφού πρώτα ενεργήσει μια έρευνα στην Ευρυτανία και διαπιστώσει την μέχρι τούδε εγκατάλειψή της, τις μεγάλες ελλείψεις της και να δώσει στον πληθυσμό της φτηνό αλάτι και πετρέλαιο.
12lyk-athin.att.sch.gr/b.html -
Η ιστορία της Ευρυτανίας και το γλωσσικό ιδίωμα
Προσπαθώντας κανείς να διερευνήσει την Ευρυτανική ιστορία θα έρθει αντιμέτωπος με το εγγενές πρόβλημα της ανυπαρξίας πηγών καθώς και την έλλειψη αρχαιολογικών ευρημάτων καθώς δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα συστηματική αρχαιολογική ανασκαφή στην περιοχή. Από την άλλη τα φύλα που έζησαν στην περιοχή που περικλείεται σήμερα από τα όρια του Νομού, είχαν σημαντικές διαφορές και πολλές φορές οι ιστορικές αναφορές σε αυτά γίνονται σε συνάρτηση με γειτονικές περιοχές, κατά τρόπο τέτοιο που να είναι δύσκολο να υπάρξει ενιαία ή παράλληλη περιγραφή τους.
Παρά ταύτα η Ευρυτανία έπαιξε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση του ιστορικού γίγνεσθαι της πατρίδας μας, ιδιαίτερα σε εποχές δύσκολες. Κάθε φορά που η ζωή στον κάμπο γινόταν δύσκολη, τα Eυρυτανικά βουνά παρείχαν καταφύγιο και ορμητήριο στους αγέρωχους πολεμιστές, είτε αυτό συνέβαινε στα αρχαία χρόνια (μάχη εναντίον των Γαλατών) είτε στα χρόνια του Βυζαντίου, (με την καταστροφή του Βουλγαρικού στρατού) είτε επί Τουρκοκρατίας, όπου πραγματικά έσφυζαν από ζωή, αλλά ακόμα και πιο κοντά στην εποχή μας, τα χρόνια της Γερμανοϊταλικής Κατοχής.
Η ιδιομορφία του γεωγραφικού ανάγλυφου έχει όπως είναι φυσικό τον αντίκτυπό της στο χαρακτήρα των ανθρώπων που ζούνε σε αυτή. Ακόμα και η γλώσσα είναι γεμάτη σύμφωνα, αποβάλλοντας κάθε "περιττό" φωνήεν, οδηγώντας τη σκέψη στα κακοτράχαλα μονοπάτια στα οποία ήταν υποχρεωμένοι να διαβαίνουν καθημερινά όσοι τη μιλούσαν. Παρ' όλο που όπως αναφέρει ο Πολύβιος, οι Αιτωλοί, μιλούσαν τη γλώσσα των Αχαιών και των Μακεδόνων, διευκρινίζει ότι είναι μίγμα της Αιολικής και Δωρικής διαλέκτου, ενώ ο Ευριπίδης του ονομάζει "μιξοβάρβαρους", ακριβώς λόγω του γλωσσικού τους ιδιώματος.
Οι αρχαίοι -αλλά και οι κατοπινοί - κάτοικοι της περιοχής έβγαιναν από την απομόνωσή τους μόνο όταν επρόκειτο να ανταλλάξουν τα προϊόντα τους με τους κατοίκους των γειτονικών νομών ή ακόμα και όταν οργάνωναν κάποια ληστρική επιδρομή εναντίον τους.
Το ευρυτανικό γλωσσικό ιδίωμα
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το παρακάτω κείμενο για το γλωσσικό ιδίωμα της περιοχής, όπως αναφέρεται στον Τουριστικό Οδηγό Ευρυτανίας, του Π. Βασιλείου, που εξέδωσε η Νομαρχία Ευρυτανίας το 1971:
"Φαίνεται ότι δεν ήσαν μόνο «αγνωστότατοι την γλώσσαν» οι αρχαίοι Ευρυτάνες αλλά είναι και οι σύγχρονοι μας, πού δεν τους καταλαβαίνει εύκολα κανείς. Πετσοκόβουν τις λέξεις, μεταβάλλουν φωνητικά την μορφή των φωνηέντων, το (ι) το προσφέρουν ως ου, τρώω = τρώου ξεχωρίζοντας έτσι την δωρική προφορά του μακρού και όπως στην αρχαιότητα έτσι και τώρα εξακολουθούν να πλάθουν ένα σωρό άλλες δυσκολονόητες για τον αμύητο ακροατή λέξεις και φράσεις.
Ακόμη, προτιμούν να εκφράζονται μονολεκτικά, μετατρέποντας σε μονοσύλλαβες τις δισύλλαβες, ακόμη και τις πολυσύλλαβες λέξεις, καθώς:
βνό | βουνό, |
βζί | βυζί, |
κλιά | κοιλιά, |
θλειά | θηλειά, |
γρούν | γουρούνι, |
Βασίλς | Βασίλης, |
Μάρτ'ς | Μάρτης |
γδάρτς | γδάρτης, |
γράφ | γράφει, |
ντίπ | καθόλου, |
κριν-τ’ Μήτρ | μίλησε του Μήτρου, |
δλέβς | δουλεύεις, |
μπλάρ | μουλάρι, |
μσκάρ | μοσχάρι, |
μτζουρς | μουτζούρης, |
γμάρ | γομάρι, |
σκλί | σκυλί, |
ζμί | ζουμί, |
θκάμ | δικά μου, |
τλούμ | τουλούμι κλπ. |
Βέβαια σήμερα, με την επιρροή της τηλεόρασης και την διευκόλυνση των επικοινωνιών, η «αθηναϊκή» διάλεκτος τείνει να επικρατήσει, όπως άλλωστε και στις περισσότερες περιοχές της πατρίδας μας. Λίγοι ακόμη και στα χωριά, μιλάνε με τόσο βαριά προφορά, και οι νεώτεροι όλο και περισσότερο την εγκαταλείπουν. Το χρώμα πάντως του γλωσσικού ιδιώματος δεν λείπει από την Ευρυτανική καθημερινότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου